Όσοι μαγειρεύουν τακτικά, συχνά μπαίνουν στο δίλημμα για το ποιο υλικό είναι καταλληλότερο για την υγεία τους. Το βούτυρο ή η μαργαρίνη; Τώρα, όμως, μια νέα έρευνα έρχεται για να δώσει την απάντηση σε αυτό το ερώτημα.
Το βούτυρο και η μαργαρίνη είναι και τα δύο υλικά που δίνουν τη δική τους νοστιμιά, αλλά, διατροφικά, αυτά τα δύο δεν είναι το ίδιο. Το βούτυρο είναι ένα γαλακτοκομικό προϊόν, ενώ η μαργαρίνη παρασκευάζεται συνήθως από φυτικά έλαια και νερό, συχνά με προσθήκη γαλακτωματοποιητών και αρωματικών ουσιών.
Ποια είναι τα στατιστικά στοιχεία υγείας του βουτύρου;
Το βούτυρο είναι ένα γαλακτοκομικό προϊόν γνωστό για την πλούσια, κρεμώδη γεύση του, εξηγεί η Jillian Kubala, διαιτολόγος με έδρα τη Νέα Υόρκη. «Αποτελείται κυρίως από κορεσμένα λιπαρά, τα οποία έχουν συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο καρδιακών παθήσεων όταν καταναλώνονται σε υπερβολική ποσότητα», προειδοποιεί.
Όπως το αναλύει η διατροφολόγος, μια τυπική μερίδα βουτύρου είναι μια κουταλιά της σούπας, η οποία παρέχει τα εξής:
Θερμίδες: 102 χιλιοθερμίδες (kcal)
Συνολικά λιπαρά: 11,5g
Κορεσμένα λιπαρά: 7,3g
Χοληστερόλη: 31mg
Νάτριο: 86mg
Ποια είναι τα στατιστικά στοιχεία υγείας της μαργαρίνης;
Η μαργαρίνη έχει σχεδιαστεί ως εναλλακτική λύση στο βούτυρο, λέει η Kubala, σύμφωνα με το nypost.com, τονίζοντας ότι το θρεπτικό της περιεχόμενο ποικίλλει ανάλογα με τη μάρκα και τον τύπο. Πολλές μάρκες είναι φυτικής προέλευσης, αν και ορισμένες που κυκλοφορούν στην αγορά μπορεί να περιέχουν ζωικά προϊόντα που δεν είναι κατάλληλα για μια vegan διατροφή.
Σύμφωνα με την Kubala, οι διατροφικές προδιαγραφές της μαργαρίνης για μια μερίδα της μιας κουταλιάς της σούπας έχουν γενικά ως εξής:
Θερμίδες: 101 kcal
Συνολικά λιπαρά: 11,5 g
Κορεσμένα λιπαρά: 1,9g
Τρανς λιπαρά: 0,2g
Χοληστερόλη: 0mg
Τι γίνεται με τα vegan ή «φυτικά» βούτυρα;
Τα τελευταία χρόνια, τα «βούτυρα» φυτικής προέλευσης έχουν γίνει όλο και πιο δημοφιλή και μπορεί να είναι μια έξυπνη επιλογή ακόμα και αν δεν είστε vegan ή δεν πάσχετε από δυσανεξία στα γαλακτοκομικά.
«Αν αναζητάτε ακόμη πιο υγιεινές εναλλακτικές λύσεις, σκεφτείτε τα φυτικά υποκατάστατα βουτύρου ή τη χρήση ελαιολάδου», λέει η Kubala, προσθέτοντας ότι τα φυτικά βούτυρα είναι συνήθως χαμηλά σε κορεσμένα λιπαρά και το ελαιόλαδο είναι πλούσιο σε μονοακόρεστα λιπαρά που είναι υγιεινά για την καρδιά.
Τα «βούτυρα» φυτικής προέλευσης παρασκευάζονται συνήθως από διάφορα φυτικά έλαια, όπως καρύδα, σόγια ή αβοκάντο. Για να έχουν γεύση που μοιάζει περισσότερο με βούτυρο και να έχουν τη σωστή υφή, συχνά προστίθενται γαλακτωματοποιητές και αρωματικές ουσίες.
Από τις φυτικές εναλλακτικές λύσεις του βουτύρου, το ελαιόλαδο είναι η καλύτερη επιλογή για την υγεία σας, καθώς είναι το λιγότερο επεξεργασμένο, σημειώνει η Kubala. Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2022 στο Journal of the American College of Cardiology, διαπίστωσε ότι τα άτομα που καταναλώνουν πάνω από μισή κουταλιά της σούπας (7 γραμμάρια) ελαιόλαδο την ημέρα, βρέθηκε ότι έχουν χαμηλότερο κίνδυνο θανάτου από καρδιαγγειακές παθήσεις, καρκίνο, νευροεκφυλιστικές παθήσεις και αναπνευστικές παθήσεις.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν επίσης ότι οι άνθρωποι ζουν περισσότερο όταν αντικαθιστούν 10 γραμμάρια την ημέρα μαργαρίνης, βουτύρου, μαγιονέζας και γαλακτοκομικών λιπαρών, με ελαιόλαδο.
Το συμπέρασμα στη διαμάχη βούτυρο VS μαργαρίνη
Όπως πολλές συζητήσεις στο πεδίο της διατροφής, δεν υπάρχει απαραίτητα μια ξεκάθαρη ετυμηγορία, σημειώνει η Kubala. «Όταν πρόκειται για την επιλογή μεταξύ βουτύρου και μαργαρίνης, η απάντηση δεν είναι άσπρο-μαύρο. Και τα δύο έχουν τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά τους. Το βούτυρο είναι ένα φυσικό προϊόν, αλλά έχει υψηλή περιεκτικότητα σε κορεσμένα λιπαρά, τα οποία μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά την υγεία της καρδιάς», λέει η Kubala.
«Από την άλλη πλευρά, η μαργαρίνη έχει χαμηλότερη περιεκτικότητα σε κορεσμένα λιπαρά και χοληστερόλη, αλλά μπορεί να περιέχει τρανς λιπαρά, τα οποία επίσης σχετίζονται με καρδιακές παθήσεις», συνεχίζει, σημειώνοντας ότι αν αγοράζετε μαργαρίνη, καλό είναι να επιλέγετε μία με την ένδειξη «χωρίς τρανς λιπαρά».
Ό,τι κι αν κάνετε, η Kubala τονίζει ότι θα πρέπει πάντα να διαβάζετε τις ετικέτες, να ελέγχετε για τρανς λιπαρά και να τα χρησιμοποιείτε με μέτρο. «Η συμβουλή ενός διαιτολόγου είναι ένα σοφό βήμα για καλύτερη υγεία», λέει.